This post has already been read 35 times!
Η Κασσιανή, ή Κασσία, ή Εικασία, γεννήθηκε περίπου το 810 στο Βυζάντιο και συμμετείχε στον αγώνα κατά των εικονομάχωνΗ απαράμιλλη πένα της επισκίασε τους σύγχρονούς της υμνογράφους.
Έτος 803 μ.Χ. η βασίλισσα Ευφροσύνη, μητριά του διαδόχου Θεόφιλου, αποφασίζει να τον παντρέψει μ ένα παράξενο τελετουργικό. Στέλνει εντολή σ όλες τις διοικητικές περιφέρειες της αυτοκρατορίας, να συγκεντρωθούν οι ωραιότερες κοπέλες και να παρουσιαστούν στο παλάτι για να διαλέξει ο Θεόφιλος αυτήν που θα γινόταν σύζυγός του και μετέπειτα βασίλισσα.
Αρχοντοπούλες όλες, όμορφες και μορφωμένες για τα δεδομένα της εποχής. Ανάμεσά τους ξεχώρισαν δύο: η Κασσιανή, κόρη ευγενικής καταγωγής, εξαίσιας ομορφιάς και πνευματικής καλλιέργειας και η Θεοδώρα, αδελφή διακεκριμμένου στρατηλάτη του Βυζαντίου.
Το “έπαθλο” της επιλογής θα ήταν ένα χρυσό μήλο. Ο Θεόφιλος ξεχώρισε από την αρχή την Κασσιανή. Και στην απόφασή του να την κάνει βασίλισσα, ίσως για να δοκιμάσει τη σοφία της, της είπε:
“εκ γυναικός ερρύη τα φαύλα”, δηλαδή από τη γυναίκα πηγάζουν τα κακά (εννοώντας την Εύα και το προπατορικό αμάρτημα).Η ενάρετη και σοφή Κασσιανή, έχοντας κατά νου το μεγαλείο και την αγιότητα της Παναγίας, απάντησε:
“αλλά και εκ της γυναικός πηγάζει τα κρείττονα ώ Βασιλεύ”.
Τη σοφή αυτή απάντηση ο Θεόφιλος τη θεώρησε ως προσβολή και έδωσε το μήλο και την εκλογή στη Θεοδώρα.
Η Κασσιανή τότε, αρνήθηκε την ύλη για το πνεύμα, τα πρόσκαιρα για τα αιώνια, τα φθαρτά για τα άφθαρτα, εγκατέλειψε το αρχοντικό της, τους δικούς της και τον κόσμο και έγινε μοναχή ιδρύοντας τη Μονή της Κασσίας ή Εικασίας ή Κασσιανής.Μέσα στην ησυχία του Μοναστηριού προσεύχεται, μελετά τη Γραφή και τα πατερικά κείμενα και συγγράφει. Έγραψε ύμνους εκκλησιαστικούς, τροπάρια, γνωμικά, επιγράμματα σε ιάμβους και “γνώμες”.
Το γνωστότερο από τα ποιήματά της είναι το “τροπάριο της Κασσιανής” δηλαδή το “Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπσούσα γυνή….” που ψάλλεται κάθε Μεγάλη Τρίτη στις εκκλησίες μας.
Η παράδοση λέει, ότι όταν η Κασσιανή έγραφε το περίφημο αυτό δοξαστικό ποιήμα της μέσα στη Μονή, την επισκέφτηκε ο Θεόφιλος, που δεν μπορούσε να την ξεχάσει κι αυτή ακούγοντας τα βήματα του αυτοκράτορα να πλησιάζουν, άφησε ημιτελές το ποίημά της κι έφυγε τρέχοντας. Εκείνος τότε πήρε την πένα και συνέχισε: “…ων εν τω παραδείσω Εύα το δειλινόν, κρότος τοις ωσίν ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη”υπονοώντας ότι εκείνη κρύφτηκε στο άκουσμα των βημάτων του.
Εκείνη δεν διέγραψε τη φράση, αντίθετα συνέχισε το έργο της και ολοκλήρωσε το έργο της.
Κατά τον βυζαντινολόγο Κρουμβάχερ:
“Η Κασσιανή ήταν μια εξαίρετη μορφή και το έργο της το διακρίνει ισχυρά πρωτοβουλία, βαθειά μόρφωση, αυτοπεποίθηση και παρρησία. Πολύ συναίσθημα και βαθειά θεοσέβεια.”
Λιναρδάτος