This post has already been read 37 times!
Πρόλογος
Στην ιστορία της Εκκλησίας, αγαπητέ αναγνώστα, έχουν λάμψει εξαιρετικές μορφές Αγίων και Μαρτύρων που την ελάμπρυναν με τα κατορθώματά τους τα υπεράνθρωπα. Άνθρωποι διαφόρων ηλικιών, παιδιά και άνδρες και γέροι κατάλευκοι, διαφόρου μορφώσεως και κοινωνικής τάξεως, επαγγέλματος και καταγωγής, από τον ίδιο πόθο και τα ίδια ιδανικά κινούμενοι, έδωσαν τη ζωή τους για την αγάπη του Χριστού.
Μεταξύ όλων αυτών των πολυαρίθμων ταγμάτων των Μαρτύρων, είναι και η τάξις των στρατιωτικών. Μεγάλες μορφές όπως οι μεγαλομάρτυρες Δημήτριος, Γεώργιος, Ευστάθιος, Μερκούριος, Μηνάς κ.ά. κατέδειξαν ότι δεν έχει καμμιά σημασία η εργασία και η απασχόλησι η καθημερινή για την αγιότητα και την Χριστιανική ζωή γενικώτερα.
Το Πνεύμα το Άγιον «όπου θέλει πνει». (Ιωαν. γ’ 8). Ανεξαρτήτως εποχής, τόπου και εθνικότητος, ηλικίας και φύλου. Επομένως και σήμερα, που η κοινωνία μας έχει ανάγκην κυρίως αγίων, αυτό πρέπει να γίνη ο διακαής πόθος μας και το ύψιστον ιδανικόν, ο αγιασμός μας, η ανάπτυξι αγίων, που θ’ αποτελέσουν τα πρότυπα για το ηθικό ανέβασμα της κοινωνίας μας και των νέων μας ειδικώτερα.
ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΜΗΝΑ
Εγκαταλείπει το στράτευμα.
Ο Άγιος Μηνάς έζησε στην εποχή του βασιλιά Μαξιμιανού και καταγόταν από την Αίγυπτο, οι δε γονείς του ήταν ειδωλολάτρες.
Όταν ενηλικιώθηκε, γράφτηκε στην τάξι των στρατιωτικών. Υπηρέτησε στα βασιλικά στρατεύματα, στα Νούμερα (στρατιωτικά τάγματα) τα λεγόμενα Ρουταλικά, υπό τον ηγεμόνα Αργυρίσκο, στο Κοτυάειο της Φρυγίας.
Εκείνο τον καιρό ο Ταξίαρχος Φιρμηλιανός μάζεψε στρατιώτες και επήγε στην Μπαρμπαριά -έτσι ωνομαζόταν τότε η Β. Αφρική- για να την υπερασπίση από εχθρούς. Μαζί με τους στρατιώτες, που πήρε, ήταν και ο Άγιος Μηνάς, που ξεχώριζε τόσο για την ανδρεία του όσο και για τη φρόνησί του.
Κάποια ημέρα δόθηκε διαταγή από το βασιλιά οι στρατιώτες να συλλαμβάνουν τους Χριστιανούς και να τους βασανίζουν μέχρι ν’ αρνηθούν την πίστι τους. Ο Μηνάς εμίσησε αυτό το ασεβές πρόσταγμα και αφήνοντας τη στρατιωτική ζωή έφυγε και ανέβηκε στο βουνό, όπου ήταν πάνω από το Κοτυάειο.
Προτίμησε να ζη με τα θηρία, παρά να βρίσκεται με τους εχθρούς του Χριστού ειδωλολάτρες. Εκεί έμεινε αρκετό καιρό καθαρίζοντας συνεχώς τον εαυτό του με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή. Άναψε στην καρδιά του ο πόθος της ομολογίας και του μαρτυρίου.
Ομολογία ενώπιον του ηγεμόνος.
Μια μέρα, λοιπόν, που είχαν μεγάλο πανηγύρι οι ειδωλολάτρες, κατέβηκε από το βουνό και μέσα στο πλήθος κήρυξε το Χριστό Θεό αληθινό, λέγοντας:
– Μάθετε καλά, ότι ένας είναι ο αληθινός Θεός, ο Χριστός, αυτά δε που σεις λατρεύετε είναι ξύλα αναίσθητα.
Όλοι συγκεντρώθηκαν γύρω του γεμάτοι απορία για το πώς τόλμησε αυτός μόνος να παρουσιασθή μπροστά. Όσοι πάλι ήσαν κρυφοί Χριστιανοί χάρηκαν για το θάρρος του Αγίου. Οι ειδωλολάτρες έπιασαν τον Άγιο και κτυπώντάς τον τον έφεραν μπροστά στον ηγεμόνα της πόλεως Πύρρο.
Ο Πύρρος σεβάστηκε τον Άγιο εξ αιτίας της ηλικίας του -ήταν τότε πενήντα ετών- και της σεβασμίας μορφής του. Τον ρώτησε, λοιπόν, με ημερότητα:
– Ποιος είσαι, άνθρωπέ μου, από πού είσαι και ποια είναι η θρησκεία σου;
– Πατρίδα μου είναι η Αίγυπτος, αποκρίθηκε ο Άγιος, ονομάζομαι Μηνάς και ήμουν κάποτε στρατιώτης. Επειδή όμως είσθε ασεβείς και ειδωλολάτρες, άφησα το στράτευμα και πήγα στο βουνό. Τώρα δε ήλθα να παρουσιασθώ μπροστά σε όλους και να ομολογήσω την πίστι μου στον Χριστό, για να με ομολογήση και εκείνος σαν δούλο του στην βασιλεία των ουρανών, όπως το λέγει και μόνος του: «Όστις με ομολογήση έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν τοις ουρανοίς».
Θυμωμένος ο Πύρρος από την απάντησι, διατάζει την φυλάκισι του Μηνά μέχρι να σκεφθή πως θα τον θανατώση.
Το άλλο πρωί, αφού είχε τελειώσει πλέον η εορτή, έφερε πάλι ο ηγεμόνας τον Άγιο μπροστά του και τον κατηγόρησε για δύο λόγους: Πρώτα διότι άφησε την υπηρεσία του βασιλιά στο στρατό και δεύτερο επειδή τόλμησε να μιλήση με ασέβεια εμπρός σε τόσο πλήθος κατά την διάρκεια της εορτής.
Ο Άγιος τότε με θάρρος προσπάθησε ν’ απολογηθή:
– Ναι, άρχοντα, έτσι πρέπει να ομολογούμε φανερά και με θάρρος και να μην φοβούμεθα, καθώς εκείνος είπε: «από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι» (Ματθ. ι’ 28), αλλά να τον κηρύττωμε με την καρδιά και με τα λόγια, όπως ο Απόστολος Παύλος μας δίδαξε λέγοντας: «Καρδία γαρ πιστεύεται εις δικαιοσύνην, στόματι δε ομολογείται εις σωτηρίαν» (Ρωμ. ι’ 10).
– Βλέπω, Μηνά, ότι δεν είσαι νέος άμυαλος, για να μην καταλαβαίνης το συμφέρον σου. Βρίσκεσαι πλέον σε γεροντική ηλικία. Μη φανής ανόητος και αφήσης τη γλυκειά ζωή προτιμώντας τον θάνατο. Σκέψου φρόνιμα και θα τιμηθής από τον βασιλιά, αλλά και οι θεοί θα σε συγχωρήσουν και ας τους ύβρισες χθες.
Ο Άγιος γέλασε μ’ αυτά τα λόγια και αποκρίθηκε:
– Τίποτα δεν είναι ικανό να με χωρίση από την αγάπη του Χριστού μου, ούτε τιμές, αλλά ούτε και βασανιστήρια. Δοκίμασε, αν θέλης, και θα δης.
Βασανιστήρια σκληρά
Τότε ο Πύρρος με πολύ θυμό λέγει στους στρατιώτες:
– Πιάστε αυτόν τον ασεβή και τεντώστε τα μέλη του και κτυπήστε τον αλύπητα, για ν’ απολαύση ό,τι ζητάει.
Δυο και τρεις φορές άλλαξαν οι στρατιώτες, επειδή εκουράζοντο, αλλά ο Άγιος καρτερικά υπέμενε, ώστε όλοι απορούσαν και τον θαύμαζαν.
Κάποιος παλιός φίλος του Αγίου, στρατιώτης, που λεγόταν Πηγάσιος, βλέποντας το καταπληγωμένο σώμα του Αγίου, τον πλησίασε και του λέγει:
– Δεν βλέπεις, Μηνά, ότι διαλύθηκε το σώμα σου από τις πληγές; Θέλεις να πεθάνεις άδικα; Πες, ότι θα θυσιάσης και ο θεός σου θα σε συγχωρήση, γιατί βλέπει ότι δεν το κάνεις με τη θέλησί σου.
Ο Άγιος τότε με ιερή αγανάκτησι του απαντά:
– «Απόστητε απ’ εμού πάντες οι εργαζόμενοι την ανομίαν» (Ψαλμ. στ’ 9). Φύγε από μένα εχθρέ της αλήθειας που δεν είσαι φίλος. Εγώ τον Χριστό μου μόνο λατρεύω και θα με δυναμώση να υποφέρω τις πληγές.
Βλέποντας ο Πύρρος το άκαμπτο φρόνημα του Αγίου διέταξε να τον δέσουν ψηλά σε ξύλο όρθιο και με σιδερένια νύχια να του σχίζουν τις σάρκες του. Ενώ ο Άγιος υφίστατο αυτό το σκληρό μαρτύριο, ο άρχοντας τον περιέπαιζε λέγοντας:
– Κατάλαβες, Μηνά, καθόλου πόνο στο σώμα σου, ή θέλεις να σου προσθέσωμε κι άλλες τιμωρίες για να χαρής περισσότερο;
– Τι νομίζεις, άρχοντα, ότι με τέτοια παιγνίδια θα με αποσπάσεις από την ορθή πίστι; αποκρίνεται ο Μηνάς.
– Άφησε την κακή επιμονή, Μηνά, και δήλωσε υποταγή στον βασιλιά Μαξιμιανό, τον συμβουλεύει ο Πύρρος.
– Δεν αρνούμαι εγώ, άρχοντα, τον αιώνιο και ουράνιο Βασιλιά για να υποταχθώ στο φθαρτό και γήινο.
Βλέποντας ο Πύρρος την σταθερότητα του Αγίου προσπαθεί με άλλον τρόπο να τον κερδίση.
– Ποιος είναι αυτός ο αιώνιος βασιλιάς, Μηνά;
– Ο Ιησούς Χριστός είναι, ο Υιός του Θεού, εις τον οποίον υποτάσσεται γη και ουρανός.
– Και δεν ξέρεις ότι γι’ αυτό το όνομα οργίζονται οι αυτοκράτορες και διατάζουν να τιμωρούμε χωρίς έλεος;
– Αν οργίζωνται οι αυτοκράτορες, εμένα δεν με στενοχωρεί, ούτε το σκέπτομαι. Εγώ έχω ένα σκοπό να πεθάνω ομολογώντας το Χριστό, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; θλίψις ή στενοχωρία ή διωγμός ή λιμός ή γυμνότης ή κίνδυνος ή μάχαιρα;» (Ρωμ. η’ 35).
Στη συνέχεια ο Μάρτυρας υπομένει σειρά βασανιστηρίων. Του τρίβουν το πληγωμένο σώμα με τρίχινο ύφασμα ή του καίουν τα μέλη με αναμμένες λαμπάδες. Τα λόγια του κατά την ώρα των φοβερών μαρτυρίων είναι:
– Σήμερα βγάζω τα δερμάτινα ενδύματα της αμαρτίας και παίρνω το φωτεινό ένδυμα της βασιλείας του Θεού. Έχω τον Χριστό μου βοηθό, που είπε να μην φοβούμεθα «από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι».
Ο Πύρρος απορούσε με την συμπεριφορά του μάρτυρος και του λέγει:
– Πες μου, Μηνά, από πού σου ήλθε τόση σοφία και απαντάς έτσι εσύ ένας στρατιώτης συνηθισμένος σε πολέμους και σφαγές;
– Ο Θεός μου μου δίνει την σοφία για να ελέγχω την ασέβειά σας. Αυτός είπε: Όταν πάτε μπροστά σε τυράννους για το όνομά μου μη σκεφθήτε τι θα πήτε, διότι θα σας δοθή εκείνη την ώρα σοφία»η ου δυνήσονται αντειπείν ουδέ αντιστήναι πάντες οι αντικείμενοι υμίν» (Λουκ. κα’ 15).
– Εγνώριζε ο Χριστός σας, ότι πρόκειται οι Χριστιανοί να τιμωρηθήτε από μας; ρωτά ο Πύρρος.
– Επειδή είναι αληθινός Θεός, βεβαίως το εγνώριζε.
Ο άρχοντας δεν ήξερε πλέον τι άλλο να πη και προσπαθεί πάλι να επιτύχη το σκοπό του λέγοντας:
– Άφησε τα μάταια λόγια, Μηνά, και διάλεξε ένα από τα δύο: ή την φιλία σου με μας κερδίζοντας την ζωή σου, ή την ομολογία στο Χριστό σου κερδίζοντας τον θάνατο.
Και ο Άγιος:
– Με τον Χριστό μου ήμουν, είμαι και θα είμαι πάντα.
– Σε λυπάμαι, Μηνά, να σε θανατώσω. Έχεις μια ώρα ακόμα να σκεφθής και να αποφασίσης για την σωτηρία σου.
– Και δέκα χρόνια να μ’ αφήσης δεν πρόκειται να αποφασίσω κάτι άλλο από αυτό: να κηρύττω τον Χριστό μου Θεό αληθινό και να ονομάζω τους δικούς σας θεούς ξύλα και δαιμόνια.
Μαρτυρικό τέλος του Αγίου.
Τα βασανιστήρια συνεχίσθηκαν σκληρότερα μέχρι που ένας από τους στρατιώτες του άρχοντα που λεγόταν Ηλιόδωρος, συμβούλευσε τον Πύρρο λέγοντας:
– Αφέντη μου, οι Χριστιανοί, όπως και συ ξέρεις, είναι πολύ επίμονοι και δεν αλλάζουν γνώμη. Για να απαλλαγής, λοιπόν, απ’ αυτόν, διάταξε να τον αποκεφαλίσουν.
Ο Πύρρος συμφώνησε και έδωσε εντολή για την θανάτωσι με αποκεφαλισμό.
Ενώ εβάδιζε ο Άγιος για τον τόπο της καταδίκης του, είπε σε μερικούς κρυφούς Χριστιανούς, που ακολουθούσαν:
– Σας παρακαλώ μετά τον θάνατό μου να πάρετε το σώμα μου και να το πάτε στην πατρίδα μου την Αίγυπτο.
Μόλις έφθασαν στο καθωρισμένο μέρος, ο Μάρτυρας ύψωσε τα χέρια του και προσευχόμενος έλεγε:
– Σ’ ευχαριστώ, Κύριε, γιατί με αξίωσες να γίνω κοινωνός των παθημάτων. Σ’ ευχαριστώ γιατί με κράτησες σταθερό στην ομολογία μου. Σε παρακαλώ, παράλαβε την ψυχή μου στην βασιλεία Σου.
Αυτά ήταν και τα τελευταία λόγια του Αγίου. Τον αποκεφάλισαν στις 11 Νοεμβρίου. Το σώμα του και το κεφάλι του το έρριξαν στη φωτιά. Ό,τι απέμεινε το πήραν οι Χριστιανοί και το πήγαν στην Αίγυπτο, κατά την παραγγελία του Αγίου.
Θαύματα.
Ο Μεγαλομάρτυρας Μηνάς έλαβε την χάρι να κάνη θαύματα, μερικά από τα οποία αναφέρομε:
1) Κάποιος Χριστιανός πλούσιος υποσχέθηκε να δωρίση ένα δίσκο αργυρό στην εκκλησία του Αγίου. Πήγε, λοιπόν, στον χρυσοχόο και του είπε να κατασκευάση δύο δίσκους και να γράψη επάνω στον ένα το όνομα του Αγίου και στο άλλο το δικό του. Όταν πήγε να τους πάρη, είδε ότι του Αγίου ήταν ωραιότερος, τον κράτησε, λοιπόν, χωρίς να σκεφθή, για δικό του.
Ταξιδεύοντας στην θάλασσα του έφερε ο υπηρέτης του, ενώ έτρωγε, τον δίσκο του Αγίου με φαγητά. Όταν τελείωσε το γεύμα ο υπηρέτης πήρε τον δίσκο για να τον πλύνη στη θάλασσα, του έφυγε όμως από τα χέρια του και έπεσε στο βυθό. Ο υπηρέτης φοβήθηκε και έπεσε κι αυτός στη θάλασσα για να τον βρη. Βλέποντας αυτά ο αφέντης του κατάλαβε το σφάλμα του και έλεγε:
– Αλλοίμονό μου, επειδή κράτησα το δίσκο του Αγίου έχασα και τον δούλο μου. Θεέ μου, σε παρακαλώ να βρω έστω το λείψανο του δούλου μου και να προσφέρω δυο δίσκους στον Άγιο.
Βγήκε από το πλοίο και έψαχνε στην παραλία ελπίζοντας να δη το νεκρό δούλο του. Τότε βλέπει τον υπηρέτη του ζώντα να βγαίνη από τη θάλασσα κρατώντας τον δίσκο του Αγίου.
Όλοι όσοι ταξίδευαν με το πλοίο είδαν το θαύμα και εδόξασαν τον Θεό. Ο δε δούλος διηγήθηκε τα εξής:
– Μόλις έπεσα στη θάλασσα ήλθαν και με πήραν τρεις άνδρες. Ο ένας ήταν μεγαλύτερος στην ηλικία και φορούσε στρατιωτική στολή, ο άλλος ήταν πολύ νέος και ο τρίτος ήταν διάκονος. Αυτοί από τον βυθό με ωδήγησαν μέχρι την παραλία.
Οι τρεις εκείνοι άνθρωποι ήταν ο Άγιος Μηνάς, ο νέος ήταν ο Άγιος Βίκτωρ και ο διάκονος ο Άγιος Βικέντιος, οι οποίοι μαρτύρησαν την ίδια ημέρα (11 Νοεμβρίου). Ο Άγιος Βίκτωρ στις 11 Νοεμβρίου του 160, ο Άγιος Βικέντιος στις 11 Νοεμβρίου του 235 και ο Άγιος Μηνάς στις 11 Νοεμβρίου του 296.
2) Άλλοτε πάλι ήρθαν στον Ναό του Αγίου ένας χωλός και μια γυναίκα βωβή, για να ζητήσουν θεραπεία. Κατά τα μεσάνυχτα ενώ κοιμόντουσαν, παρουσιάζεται ο Άγιος στο χωλό και του λέγει:
– Τώρα που είναι ησυχία πήγαινε και πάρε το σκέπασμα της βωβής και θα γίνης καλά.
Τραβώντας το σκέπασμα ο χωλός ετρόμαξε η βωβή και εφώναξε κατηγορώντας τον χωλό, εκείνος πάλι ντροπιάσθηκε και έφυγε τρέχοντας. Έτσι θεραπεύθηκαν και οι δύο.
3) Κάποιος Εβραίος είχε φίλο κάποιο Χριστιανό, στον οποίον εμπιστευόταν χρήματα όταν επρόκειτο να ταξιδέψη. Μια φορά, λοιπόν, του άφησε πεντακόσια νομίσματα. Όταν γύρισε ο Εβραίος ο Χριστιανός αρνήθηκε λέγοντας:
– Αυτή τη φορά δεν μου άφησες τίποτα. Τι μου ζητάς λοιπόν;
Ο Εβραίος ξαφνιάστηκε από την συμπεριφορά του φίλου του και του πρότεινε:
– Για να διαλυθή αυτή η αμφιβολία, επειδή δεν υπήρχε κανένας μάρτυρας όταν σου παρέδωκα τα χρήματα, να πάμε στο Ναό του Αγίου Μηνά να δηλώσης με όρκο, ότι δεν πήρες τα πεντακόσια νομίσματα.
Πήγαν λοιπόν, χωρίς αργοπορία και ο Χριστιανός αρνήθηκε με όρκο. Μόλις βγήκαν από τον Ναό ανέβηκαν στα άλογά τους για να φύγουν. Του Χριστιανού το άλογο ήταν αγριεμένο και σε μια στροφή τον έρριξε κάτω. Δεν κτύπησε αλλά έχασε το κλειδί του και τη χρυσή σφραγίδα του. Συνέχισαν τον δρόμο τους και σταμάτησαν κάπου για να φάνε.
Ενώ έτρωγαν βλέπει ο Χριστιανός τον δούλο του να έρχεται τρέχοντας κρατώντας στο ένα χέρι το κλειδί και τη σφραγίδα του και στο άλλο το βαλάντιο με τα χρήματα του Εβραίου.
Έκπληκτος ο Χριστιανός ρώτησε τον υπηρέτη του:
– Τι είναι όλα αυτά;
Και εκείνος αποκρίθηκε:
– Κάποιος γρήγορος καβαλάρης ήλθε στην κυρία μου και δίνοντάς της το κλειδί και την σφραγίδα σου της είπε: «Στείλε γρήγορα το βαλάντιο του Εβραίου στον άνδρα σου για να μην κινδυνεύση η ζωή του.
Ο Εβραίος χαρούμενος και ο Χριστιανός μετανοιωμένος για την πράξι του γύρισαν στον Ναό και ο μεν Εβραίος παρακαλούσε να βαπτισθή, ο δε Χριστιανός ζητούσε συγχώρησι για τον ψεύτικο όρκο του.
4) Κατά το έτος 1826, την εποχή του τρόμου και των σφαγών, οι Τούρκοι του Ηρακλείου Κρήτης ενόμισαν ότι κατάλληλη ευκαιρία να εκδηλώσουν την μανία τους κατά των Χριστιανών ήταν η ημέρα του Πάσχα, 18 Απριλίου, οπότε θα εύρισκαν μαζεμένους τους Χριστιανούς στον Μητροπολιτικό ναό, που έφερε το όνομα του Αγίου Μηνά.
Κατά την ώρα που διαβαζόταν το Ευαγγέλιο κύκλωσαν οι άπιστοι τον ναό με σκοπό να αρχίσουν την σφαγή. Ξαφνικά όμως κάποιος γέρος εμφανίζεται έφιππος και τρέχει γύρω από την εκκλησία με γυμνό ξίφος διώχνοντας τους εχθρούς. Οι Τούρκοι τράπηκαν σε φυγή, επειδή καταλήφθηκαν από περίεργο φόβο. Έτσι ο Μεγαλομάρτυς Μηνάς έσωσε τους πιστούς.
Οι Τούρκοι έκαναν σύγχυσι και ενόμισαν ότι ο Άγιος ήταν ο πρώτος των προκρίτων, που τον έστειλε ο Διοικητής της πόλεως για να μεταιώση τη σφαγή. Πήγαν, λοιπόν, στο Διοικητή και διαμαρτυρήθηκαν. Αυτός όμως δεν γνώριζε τίποτε, διεπιστώθη δε ότι ο πρώτος των προκρίτων δεν είχε φύγει καθόλου από το σπίτι του εκείνη τη νύχτα. Έτσι το θαύμα διαδόθηκε από τους ίδιους τους Τούρκους, πολλοί από τους οποίους κάθε χρόνο προσέφεραν και δώρα στον Άγιο.
Γι’ αυτό το θαύμα έγινε σύσκεψι μεταξύ των επισκόπων Αρκαδίας Μαξίμου, Σητείας Μελετίου και Πέτρας Δωροθέου και θεσπίσθηκε κάθε χρόνο την Τρίτη της Διακαινησίμου να εορτάζεται το θαύμα. Αυτήν την ημέρα, που θεωρείται η δεύτερη ετήσια εορτή του Αγίου, εκτίθεται σε προσκύνησι στην Μητρόπολι το άγιο λείψανο.
5) Άλλο θαύμα του Αγίου έγινε κατά τις δύσκολες ημέρες του Β’ Παγκοσμίου πολέμου (1939-1945). Μετά την κατάκτησι της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονος λίγος Ελληνικός στρατός πέρασε στην Αίγυπτο, πατρίδα του Αγίου, και από εκεί συνέχισε να μάχεται για την απελευθέρωσι της σκλαβωμένης Ελλάδος.
Σπουδαία ήταν η μάχη του Ελ Αλαμέιν (1942), όταν οι συμμαχικές δυνάμεις ανέκοψαν την πορεία του Ρόμμελ. Το όνομα του Ελ Αλαμέιν είναι Αραβική παραφθορά του ονόματος του Αγίου Μηνά, πήρε δε αυτό το όνομα διότι εκεί βρίσκεται Ναός του Αγίου Μηνά και υπάρχει και η παράδοσι ότι εκεί ήταν και ο τάφος του Αγίου.
Όταν, λοιπόν, οι στρατιές του Ρόμμελ εβάδιζαν κατά της Αλεξανδρείας, έφθασαν στο Ελ Αλαμέιν και εστρατοπέδευσαν εκείνη τη νύχτα για να επιτεθούν το πρωί. Αυτή τη νύχτα είδαν μερικοί ευσεβείς να βγαίνη από τα ερείπια του ναού αυτού ο Άγιος και να οδηγή καμήλες, όπως ακριβώς εικονίζεται σε μια τοιχογραφία, όταν έσωσε κάποιο καραβάνι.
Τους εχθρούς τους κατέλαβε πανικός και η έκτασις της καταστροφής ήταν μεγάλη.
Αυτό το θαύμα εκτιμώντας οι αλλόδοξοι σύμμαχοι πρόσφεραν στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας τον τόπο εκείνο για να ξανακτισθή ο Ναός του Αγίου και να ιδρυθή και Μοναστήρι.
Την μνήμη του Μεγαλομάρτυρα Μηνά εορτάζει η Εκκλησία μας στις 11 Νοεμβρίου.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ
Ήχος πλ. α’. Τον συνάναρχον Λόγον
Τους μεγίστους αγώνας του μαρτυρίου σου, καρτεροψύχως ανύσας Μεγαλομάρτυς Μηνά, ουρανίων δωρεών λαμπρώς ηξίωσαι, και θαυμάτων αυτουργός, εκ Θεού αναδειχθείς, προστάτης ημίν εδόθης, και βοηθός εν ανάγκαις, και αντιλήπτωρ εναργέστατος.
ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ
Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον
Της στρατείας ήρπασε της επικήρου, και αφθάρτου έδειξε, σε αθλοφόρε κοινωνόν, Μηνά Χριστός ο Θεός ημών, ο των Μαρτύρων ακήρατος στέφανος.
ΕΚΔΟΣΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ «Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ