This post has already been read 103 times!
Συγχώρεσέ με, ἅγιε πάτερ, γιατὶ τόλμησα χωρὶς σύνεση νὰ μιλήσω γιὰ ὅ,τι ἐσὺ συγκαταβατικὰ μοῦ ἐμπιστεύθηκες.
Εὐγνωμονῶ τὸν Θεό, ποὺ μοῦ χάρισε τὴν εὐτυχία, ποὺ δὲν ἄξιζα, νὰ σὲ γνωρίσω καὶ νὰ ἔχω ἐλεύθερη καὶ συχνὴ ἐπικοικωνία μὲ ἐσένα κατὰ τὴν ἐδῶ ζωή σου.
Σὲ παρακαλῶ, ἐπίτρεψέ μου νὰ σὲ ρωτήσω: Τώρα, ποὺ πέρασες ὅλα τὰ γήινα σύνορα καὶ ἀτενίζεις τὴν ἀκατάληπτη ὡραιότητα τοῦ Κυρίου ποὺ σὲ ἀγάπησε καὶ Τὸν ἀγάπησες καὶ τῆς Πανάχραντης Μητέρας Του, σὲ ἔκανε τάχα ἡ γλυκύτητα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ νὰ λησμονήσεις τὸν θλιμμένο μας κόσμο καὶ δὲν τὸν θυμᾶσαι πιά, ἢ συνεχίζεις νὰ προσεύχεσαι πιὸ ἔντονα, γιατὶ ἡ ἀγάπη, ὅπως ἔλεγες, δὲν μπορεῖ οὔτε νὰ «λησμονήσει» οὔτε νὰ ἀναπαυθεῖ, ὡσότου πετύχει τὴν ἔσχατη ἐπιθυμία της;
Κι ἂν τώρα ἡ νεκρὴ σὲ κάθε καλό ψυχή μου δὲν εἶναι ἱκανὴ νὰ ἀντιληφθεῖ τὴ φωνή σου, παραμένουν ὅμως κοντά μας τὰ λόγια σου καὶ σὲ αὐτὰ ἀκοῦμε τὴν ἀπάντησή σου: «Ψυχὴ ποὺ γνώρισε τὸν Θεό, τὸν Δημιουργὸ καὶ Οὐράνιο Πατέρα της, δὲν μπορεῖ νὰ βρεῖ ἀνάπαυση στὴ γῆ.
Καὶ συλλογίζεται ἡ ψυχή: “Ὅταν ἐμφανιστῶ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, θὰ ἱκετεύσω τὸ μέγα ἔλεός Του γιὰ ὅλο τὸ γένος τῶν χριστιανῶν”. Καὶ συγχρόνως σκέπτεται: “Ὅταν θὰ δῶ τὸ περιπόθητό Του Πρόσωπο, ἀπὸ τὴ χαρά μου δὲν θὰ μπορέσω νὰ πῶ τίποτε, γιατὶ ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀγάπη ο ἄνθρωπος ἀδυνατεῖ νὰ μιλήσει”.
Ἀλλὰ καὶ πάλι σκέπτεται “Θὰ προσεύχομαι γιὰ ὅλο τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, γιὰ νὰ ἐπιστρέψουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στὸν Κύριο καὶ νὰ ἀναπανθοῦν κοντά Του, γιατὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ῾πάντας θέλει σωθῆναι”’» (σ. 402).
Μὲ τὴ βαθειὰ πεποίθηση ὅτι ὁ μακάριος πατέρας μας ἀναπαύεται στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ γεμάτος ἀπὸ τὴν τέλεια ἀγάπη ποὺ τόσο ἀκάματα ἀναζήτησε καὶ ὅτι τώρα ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ἀγκαλιάζει ὅλον τὸν κόσμο μὲ τὴν προσευχή του σὲ ἀκόμη μεγαλύτερο βαθμό, ἀπὸ ὅσο κατὰ τὴν ἐπίγεια ζωή του, χωρὶς νὰ θέλω νὰ προλάβω κάποιον καὶ χωρὶς νὰ θέλω νὰ ἐπιβάλω σὲ κάποιον κάτι, ἀκολουθώντας ἁπλὰ τὴν αὐθόρμητη κλίση τῆς ψυχῆς μου, τελειώνω τὸν ταπεινό μου λόγο μὲ τὴν προσευχή:
Ὅσιε Πάτερ Σιλουανέ, πρέσβευε τῷ Θεῷ ὑπὲρ ἡμῶν!
Γαλλία, Ἁγία Γενεβιέβη τοῦ Δρυμοῦ. Δονζόν, 11/24 Σεπτεμβρίου 1948
απο το βιβλίο του Αγίου Σωφρόνιου “Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης”